ven-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ven- < ιταλικά venire, γαλλικά venir...

Ρίζα[επεξεργασία]

ven- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: έρχομαι

Παράγωγα[επεξεργασία]