violateur
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | violateur | violateurs |
θηλυκό | violatrice | violatrices |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
violateur (fr) αρσενικό
- που παραβιάζει