virtuose
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
virtuose | virtuoses |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
virtuose (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- o βιρτουόζος, o δεξιοτέχνης
ενικός | πληθυντικός |
virtuose | virtuoses |
virtuose (fr) αρσενικό ή θηλυκό