Μετάβαση στο περιεχόμενο

écrou

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
écrou écrous

écrou (fr) αρσενικό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]