égyptologue

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
égyptologue égyptologues

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

égyptologue (fr) αρσενικό ή θηλυκό