ésotérisme
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
ésotérisme | ésotérismes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ésotérisme (fr) αρσενικό
- (φιλοσοφία) ο εσωτερισμός
ενικός | πληθυντικός |
ésotérisme | ésotérismes |
ésotérisme (fr) αρσενικό