łódź
Εμφάνιση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]łódź < πρωτοσλαβική oldi, oldьja
Προφορά
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]łódź (pl) θηλυκό
- η βάρκα
![]() |
łódź < πρωτοσλαβική oldi, oldьja
łódź (pl) θηλυκό