Αδακτυλίδη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αδακτυλίδη < γενική ενικού του αρσενικού Αδακτυλίδης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αδακτυλίδη θηλυκό άκλιτο
Αδακτυλίδη θηλυκό άκλιτο