Ακαντζιλιώτου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ακαντζιλιώτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Ακαντζιλιώτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ακαντζιλιώτου θηλυκό άκλιτο