Αμμόχωστος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αμμόχωστος < Άμμος + Χωσμένη/Χωμένη = Χωσμένη/Χωμένη στην άμμο = Αμμόχωστος
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αμμόχωστος θηλυκό
Αμμόχωστος θηλυκό