Αυστραλών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Αυστραλών
- (αρσενικό) γενική πληθυντικού του Αυστραλός
- (θηλυκό) γενική πληθυντικού του Αυστραλή
Δείτε επίσης : αυστραλών |
Αυστραλών