Δέλκος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δέλκος < τουρκική delk (εντριβή) + -ος

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δέλκος αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δέλκος σελ.120-121 -  Παναγιώτα Δαλακούρα (2020), Τα επώνυμα της Καβάλας. Γλωσσολογική προσέγγιση. Mεταπτυχιακή διπλωματική εργασία. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. DOI, pdf.