Δασκαλογιαννάκη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Δασκαλογιαννάκη < γενική ενικού του αρσενικού Δασκαλογιαννάκης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Δασκαλογιαννάκη θηλυκό άκλιτο