βαρεμάρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Νέο Σύστημα
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{=el=}}
=={{-el-}}==


==={{ετυμολογία}}===
{{-ετυμ-}}
: '''{{PAGENAME}}''' < [[βάρεμα]] + '''-άρα'''
: '''{{PAGENAME}}''' < [[βάρεμα]] + '''-άρα'''


{{-ουσ-|el}}
==={{ουσιαστικό|el}}===
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
'''{{PAGENAME}}''' {{θ}}
* η κατάσταση κατά την οποία κάποιος [[βαριέμαι|βαριέται]]
* η κατάσταση κατά την οποία κάποιος [[βαριέμαι|βαριέται]]


===={{συνώνυμα}}====
{{-συνων-}}
* [[πλήξη]]
* [[πλήξη]]
* [[ανία]]
* [[ανία]]


===={{μεταφράσεις}}====
{{-μτφ-}}
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|boredom}}
* {{en}} : {{τ|en|boredom}}
Γραμμή 26: Γραμμή 26:
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{eo}} : {{τ|eo|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ja}} : {{τ|ja|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ja}} : {{τ|ja|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ia}} : {{τ|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ia}} : {{τ|ia|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{io}} : {{τ|io|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{io}} : {{τ|io|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ga}} : {{τ|ga|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 08:05, 14 Φεβρουαρίου 2010

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

βαρεμάρα < βάρεμα + -άρα

Ουσιαστικό

βαρεμάρα θηλυκό

  • η κατάσταση κατά την οποία κάποιος βαριέται

Συνώνυμα

Μεταφράσεις

Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «βαρεμαρα'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'βαρεμάρα'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"''"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «βαρεμαρα».