γυναικείος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ iwiki +hr:γυναικείος |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 57: | Γραμμή 57: | ||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[en:γυναικείος]] |
[[en:γυναικείος]] |
Αναθεώρηση της 23:37, 21 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- γυναικείος < γυναίκα
Επίθετο
γυναικείος αρσενικό, γυναικεία θηλυκό, γυναικείο ουδέτερο
- που ανήκει ή αναφέρεται στη γυναίκα