ελληνιστικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
λενδ
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 57: Γραμμή 57:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα ταξινόμησης|ελληνιστικοσ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[en:ελληνιστικός]]
[[en:ελληνιστικός]]

Αναθεώρηση της 23:56, 21 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

ελληνιστικός < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική hellenistic ή Πρότυπο:ετυμ de hellenistisch

Επίθετο

ελληνιστικός -ή -ό

  • (ιστορία) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη χρονική περίοδο από το θάνατο του Mεγάλου Aλεξάνδρου (323 π.X.) ως την ολοκληρωτική κατάκτηση της Mεσογείου από τους Pωμαίους (31 π.X.), κατά την οποία ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός διαδόθηκε στους λαούς που κατέκτησε ο Mακεδόνας βασιλιάς
ελληνιστική εποχή / τέχνη, ελληνιστικά κράτη / χρόνια
  • (γλωσσολογία) η ελληνιστική κοινή γλώσσα, η ελληνική γλώσσα των ελληνιστικών χρόνων, που διαμορφώθηκε με βάση την αρχαία αττική διάλεκτο επηρεασμένη κυρίως από ιωνικά στοιχεία και τοποθετείται χρονικά από το θάνατο του Mεγάλου Aλεξάνδρου ως τον 4ο-5ο αι. μ.X.

Μεταφράσεις