αξιόπιστος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lou bot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr
Γραμμή 61: Γραμμή 61:
{{κλείδα-ελλ}}
{{κλείδα-ελλ}}


[[chr:αξιόπιστος]]
[[en:αξιόπιστος]]
[[en:αξιόπιστος]]

Αναθεώρηση της 08:28, 27 Αυγούστου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

αξιόπιστος < αρχαία ελληνική ἀξιόπιστος < ἄξιος + πίστις

Επίθετο

αξιόπιστος, -η, -ο

  1. (για πρόσωπα ή μαρτυρίες) που αξίζει την εμπιστοσύνη μας
  2. (για μηχανήματα) που δεν παρουσιάζει συχνές και απρόβλεπτες βλάβες


Μεταφράσεις