γυναικείος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
διόρθωση αγγλικής μετάφρασης
Γραμμή 12: Γραμμή 12:
{{-μτφ-}}
{{-μτφ-}}
{{(}}
{{(}}
* {{en}} : {{ξεν|en|womanly}}
* {{en}} : {{ξεν|en|feminine}}
<!-- * {{ar}} : {{ξεν|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ar}} : {{ξεν|ar|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{vi}} : {{ξεν|vi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{vi}} : {{ξεν|vi|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 20:43, 15 Ιουλίου 2007

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

< γυναίκα

Πρότυπο:-επιθ- γυναικείος αρσενικό, γυναικεία θηλυκό, γυναικείο ουδέτερο

  1. που ανήκει ή αναφέρεται στη γυναίκα

Πρότυπο:-βλεπ-

Πρότυπο:-μτφ-