Ιντζεκιώτου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ιντζεκιώτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Ιντζεκιώτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ιντζεκιώτου θηλυκό άκλιτο
Ιντζεκιώτου θηλυκό άκλιτο