Κοντογεωργάκη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κοντογεωργάκη < γενική ενικού του αρσενικού Κοντογεωργάκης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κοντογεωργάκη θηλυκό άκλιτο
Κοντογεωργάκη θηλυκό άκλιτο