Κουκλιανιώτη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Κουκλιανιώτη < γενική ενικού του αρσενικού Κουκλιανιώτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Κουκλιανιώτη θηλυκό άκλιτο
Κουκλιανιώτη θηλυκό άκλιτο