Μαγναύρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μαγναύρα < από τις λατινικές λέξεις magna και aula ( < από το ελληνικό αὐλή) στην οποία το λάμδα μετατράπηκε σε ρο ώστε να μην παραπέμπει στη λέξη "καυλός"
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μαγναύρα θηλυκό
- μεγάλη αίθουσα ανάμεσα στο ανάκτορο και την Αγία Σοφία όπου ο αυτοκράτορας υποδεχόταν τις ξένες πρεσβείες και όπου τον 9ο αιώνα μεταφέρθηκε το Πανεπιστήμιο ή Πανδιδακτήριο όπως λεγόταν τότε