Ματαραγκιώτη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ματαραγκιώτη < γενική ενικού του αρσενικού Ματαραγκιώτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ματαραγκιώτη θηλυκό άκλιτο
Ματαραγκιώτη θηλυκό άκλιτο