Πασχαλίνα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Πασχαλίνα < {μεσν. πασχαλία, ονομασία που συνδέεται με τη γιορτή του Πάσχα}
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Πασχαλίνα θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Πασχαλίνα
|