Προφητηλιώτη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Προφητηλιώτη < γενική ενικού του αρσενικού Προφητηλιώτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Προφητηλιώτη θηλυκό άκλιτο
Προφητηλιώτη θηλυκό άκλιτο