Σουικλιώτη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Σουικλιώτη < γενική ενικού του αρσενικού Σουικλιώτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Σουικλιώτη θηλυκό άκλιτο
Σουικλιώτη θηλυκό άκλιτο