Τουρμπιώτου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Τουρμπιώτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Τουρμπιώτης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Τουρμπιώτου θηλυκό άκλιτο
Τουρμπιώτου θηλυκό άκλιτο