ἄδυτος

Από Βικιλεξικό
(Ανακατεύθυνση από άδυτος)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἄδυτος < ἀ- στερητικό + δύω + κατάληξη ρηματικών επιθέτων -τος

Επίθετο[επεξεργασία]

ἄδυτος, -ος, -ον

  1. στον οποίο δεν μπορεί κανείς να εισέλθει
    ἐς ἄδυτον θησαυρόν (Πίνδαρος, 11.4)
  2. (για αστέρες) που δεν δύει

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἄδυτος αρσενικό και ἄδυτον ουδέτερο

  1. το εσώτατο μέρος ενός ναού ή ιερού, το άδυτο
    αὐτὸς δ΄ Αἰνείαν μάλα πίονος ἐξ ἀδύτοιο ἧκε (Ιλιάδα Ε 512)
    κι ἐκεῖνος ἔστειλε ἀπὸ τὸ πάμπλουτον ἱερόν του τὸν Αἰνείαν (μετάφραση Ι.Πολυλά)