άσπρο πάτο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Έκφραση
[επεξεργασία]άσπρο πάτο!
- παράγγελμα ομοτράπεζων που λέγεται μετά το τσούγκρισμα των ποτηριών για πλήρη κατάλυση του περιεχομένου τους, προκειμένου να φανεί ο πάτος των ποτηριών καθαρός - άσπρος.