άυλα αγαθά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
άυλα αγαθά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (νομικός όρος) στη σφαίρα του δικαίου άυλα αγαθά θεωρούνται το ονοματεπώνυμο, η προσωπικότητα, η υπόληψη, η τιμή, η εμπορική πίστη, η αγνεία, η υγεία, η ελευθερία κ.ά. που ορίζονται ως δικαιώματα από διεθνείς συνθήκες και εσωτερικές νομοθεσίες των χωρών τα οποία και προστατεύονται
- στις κατ΄ ιδίαν εκφάνσεις και εκδηλώσεις των ανθρώπων, στον όρο αυτόν συμπεριλαμβάνονται και η σωματική, ψυχική, ηθική και κοινωνική ατομικότητα.
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- προκαλούμενη ζημία επί των αγαθών αυτών μπορεί να μην είναι περιουσιακή αλλά ηθική, οπότε και γίνεται λόγος για ηθική βλάβη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
άυλα αγαθά
|