έξω καρδιά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- έξω καρδιά < → λείπει η ετυμολογία
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
έξω καρδιά άκλιτο
- (επίθετο) που δεν παίρνει κατάκαρδα τις καταστάσεις και είναι πάντα αισιόδοξος
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
έξω καρδιά
|