αισχυλικών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
αισχυλικών
- γενική πληθυντικού του αισχυλικός
- γενική πληθυντικού του αισχυλική
- γενική πληθυντικού του αισχυλικό