ανθρακικό νάτριο
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ανθρακικό νάτριο < → δείτε τις λέξεις ανθρακικό και νάτριο, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική sodium carbonate
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]ανθρακικό νάτριο
- (χημεία) άλας, με χημικό τύπο Na2CO3, που παράγεται από υδροξείδιο του νατρίου και ανθρακικό οξύ. Λευκή σκόνη, διαλυτή στο νερό, για οικιακές, εμπορικές και βιομηχανικές χρήσεις. Εμφανίζεται στη φύση ως νατρίτης
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Υπερώνυμα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ανθρακικό νάτριο