απαιτητών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]απαιτητών
- γενική πληθυντικού του απαιτητός
- γενική πληθυντικού του απαιτητή
- γενική πληθυντικού του απαιτητό