αποβιομηχάνισης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
αποβιομηχάνισης θηλυκό
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- αποβιομηχανίσεως (λόγιο)
αποβιομηχάνισης θηλυκό