απολήγω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- απολήγω < αρχαία ελληνική ἀπολήγω
Ρήμα[επεξεργασία]
απολήγω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
απολήγω
|
Δείτε επίσης : ἀπολήγω |
απολήγω
|