απολακτίζομαι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]απολακτίζομαι
- παθητική φωνή του ρήματος απολακτίζω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] απολακτίζομαι
|
απολακτίζομαι
|