αργεντινών
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
αργεντινών
- (αρσενικό, θηλυκό, ουδέτερο) γενική πληθυντικού του αργεντινός
Δείτε επίσης : Αργεντινών, Αργεντίνων, αργεντίνων |
αργεντινών