ασπαζόμενων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος μετοχής[επεξεργασία]
ασπαζόμενων και ασπαζομένων
- γενική πληθυντικού του ασπαζόμενος
- γενική πληθυντικού του ασπαζόμενη και ασπαζομένη
- γενική πληθυντικού του ασπαζόμενο