αστραποβολώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αστραποβολώ < λείπει η ετυμολογία

Ρήμα[επεξεργασία]

αστραποβολώ

  1. ρίχνω αστραπές ή κεραυνούς
  2. λαμποκοπώ

Μεταφράσεις[επεξεργασία]