γιούρτη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

γιούρτη < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γιούρτη θηλυκό

  1. είδος μεγάλης σκηνής που χρησιμοποιούν οι Μογγόλοι
  2. (ντοπιολαλιά) η γιαούρτη, το γιαούρτι

Μεταφράσεις[επεξεργασία]