Μετάβαση στο περιεχόμενο

γκαζόν

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γκαζόν < (λόγιο δάνειο) γαλλική gazon[1]
πεσμένα φύλλα πάνω σε γκαζόν

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γκαζόν ουδέτερο άκλιτο

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]