γκανγκστερισμοί
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
γκανγκστερισμοί αρσενικό
- ονομαστική και κλητική πληθυντικού του γκανγκστερισμός
γκανγκστερισμοί αρσενικό