διαβηματίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

διαβηματίζω < διάβημα, διαβήματ(ος) + -ίζω

Ρήμα[επεξεργασία]

διαβηματίζω

Πηγές[επεξεργασία]