διαλεύκανσης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
διαλεύκανσης θηλυκό
- γενική ενικού του διαλεύκανση
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
- διαλευκάνσεως (λόγιο)
διαλεύκανσης θηλυκό