Μετάβαση στο περιεχόμενο

ενάτε λαβράτσι ο βάννε

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ενάτε λαβράτσι ο βάννε <  δείτε τις λέξεις ενάτε, λαβράτσι, ο και βάννε

Έκφραση

[επεξεργασία]

ενάτε λαβράτσι ο βάννε