επισυμβαίνω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /e.pi.siɱˈve.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐πι‐συμ‐βαί‐νω
Ρήμα[επεξεργασία]
επισυμβαίνω
- που συμβαίνω ως επακόλουθο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
επισυμβαίνω