ερωτοδουλειάς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]
ερωτοδουλειάς θηλυκό
- ερωτοδουλειά, στη γενική του ενικού