Μετάβαση στο περιεχόμενο

ζωοτροφῶ

Από Βικιλεξικό
Δείτε επίσης: ζῳοτροφῶ

Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)

[επεξεργασία]

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ζωοτροφῶ < (κληρονομημένο) ελληνιστική κοινή ζῳοτροφῶ (ζῳοτροφέω)

ζωοτροφῶ

Ρηματικοί τύποι

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]