καθοδικός σωλήνας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

καθοδικός σωλήνας < → δείτε τις λέξεις καθοδικός και σωλήνας

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

καθοδικός σωλήνας αρσενικό

  • (ηλεκτρονική) ηλεκτρονική λυχνία με σωλήνα κενού που περιέχει μια διάταξη παραγωγής δέσμης ηλεκτρονίων και μια φθορίζουσα οθόνη. Η δέσμη των ηλεκτρονίων δημιουργεί μια φωτεινή κηλίδα στην οθόνη, της οποίας η θέση και η ένταση μπορεί να μεταβάλλεται.

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]